- ἐξέβρασα
- ἐκβράζωthrow outaor ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκβράζω — εκβράζω, εξέβρασα βλ. πίν. 35 Σημειώσεις: εκβράζω, εκβράζομαι : έχει αντικατασταθεί κυρίως από το ρ. ξεβράζω … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
εκβράζω — έκβρασα και εξέβρασα, εκβράστηκα, εκβρασμένος, μτβ. 1. απορρίπτω, αποβάλλω. 2. (για θάλασσα και ποταμό), βγάζω στη στεριά, ξεβράζω, ξερνώ: Τα πτώματα των ναυαγών εκβράστηκαν στην ακτή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)